Μελετημένος έως και την τελευταία λεπτομέρεια, ένας χώρος κάπου στο κέντρο της πόλης, γοητεύει με το φιλικό και άνετο περιβάλλον του, φλερτάρει με το χρώμα, ξαφνιάζει με τη διαρρύθμισή του και αποπνέει θετική ενέργεια στον επισκέπτη του.
Σε μια πολυκατοικία του Μεσοπολέμου, τυπικότατο δείγμα αθηναϊκής αρχιτεκτονικής της εποχής, με τις καθαρές γραμμές και τις απλές φόρμες που για τα τότε δεδομένα εκπροσωπούσε το κίνημα του Μοντερνισμού ενώ σήμερα έχει περάσει στη σφαίρα πλέον του κλασικού, βρίσκεται το διαμέρισμα που παρουσιάζουμε στις σελίδες μας.
Σχεδιασμένο το 1939 για τις ανάγκες μιας τετραμελούς οικογένειας υπέστη μια σειρά από αλλαγές -δομικές κατά ένα σημαντικό ποσοστό- για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σημερινού ιδιοκτήτη του. Η μετάπλαση των χώρων έγινε από τον αρχιτέκτονα Χαρίλαο Γκίκα που σαν κύριο μέλημά του είχε την διαφύλαξη των αρχιτεκτονικών στοιχείων που αποδίδουν το στυλ της εποχής και την ενσωμάτωση μοντέρνων με τρόπο τέτοιο ώστε να αξιοποιούνται καλύτερα τα τετραγωνικά του σπιτιού λειτουργικά και εργονομικά. Έτσι π.χ. τα δύο βασικά υπνοδωμάτια και το master bathroom ενοποιήθηκαν και αναπτύχθηκαν σε δύο επίπεδα αποτελώντας τους προσωπικούς χώρους του ιδιοκτήτη, ανεξάρτητους από το υπόλοιπο σπίτι. Εδώ ένα διαχωριστικό από γυαλί σηματοδοτεί τα όρια μπάνιου – κρεβατοκάμαρας χωρίς να απομονώνει οπτικά τους δύο χώρους.
Η κουζίνα περιλαμβάνει και το μικρό σερβίς της εποχής, που χωριζόταν από αυτήν με τον πολύ γνωστό σε όλους μας τοίχο-πάσο με εσωτερικό παράθυρο. Από τον αρχιτέκτονα σχεδιάστηκαν και τα έπιπλά της όπως και όλα όσα αποτελούν μέρος της κατασκευής, πλέον, στα άλλα δωμάτια της κατοικίας.
Ένα κεντρικό μεγάλο χολ λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στα τμήματα του σπιτιού παρέχοντας εύκολη πρόσβαση από το ένα στο άλλο και παράλληλα την δυνατότητα απομόνωσής τους όταν αυτό απαιτείται. Πριν από το κεντρικό, ένα μικρότερο χολ, αυτό της εισόδου, οδηγεί κατευθείαν σε ένα διάδρομο που παραπέμπει στην κουζίνα και στον ξενώνα -με το προσωπικό του wc/shower- που συγχρόνως εκτελεί χρέη γραφείου και δίνει σε μια βεράντα 60 τ.μ. Και αυτός εδώ ο χώρος είναι αποτέλεσμα της ένωσης δύο μικρότερων δωματίων (υπηρεσίας).
Ψηλοτάβανο και διαμπερές λούζεται στό φως που λόγω του προσανατολισμού του αγκαλιάζει πρώτα το υπνοδωμάτιο/μπάνιο στη συνέχεια τους χώρους υποδοχής με την τραπεζαρία και κατόπιν την κουζίνα και τον ξενώνα σε μια κυκλική κίνηση που αντιστοιχεί στην πορεία του ήλιου πάνω από τον αττικό ουρανό μέσα στην ημέρα.
Στον αντίποδα μιας πρωτεύουσας που μαστίζεται από το μονότονο γκρι του καυσαερίου του κέντρου, προσφέρει μια ποικιλομορφία σε υλικά και χρώματα -κατά βάση γήινα- συνδυασμένα σε ένα αρμονικό σύνολο που κεντρίζει τις αισθήσεις χωρίς να τις κουράζει. Η γεμάτη ζεστασιά φιλοσοφία του θέλει αυτόν που διαβαίνει το κατώφλι του να κινεί το σώμα και την ψυχή του σε ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από παραπανίσια αντικείμενα, μακριά από το στρες και την απρόσωπη εικόνα του δρόμου. Οι προοπτικές των χώρων προσφέρουν ένα ευχάριστο στο μάτι χρωματικό παιχνίδι που με τη σειρά του κι αυτό μεταλλάσσεται καθώς το φως κινείται μέσα τους.
Στην αισθητική και χρηστική ολοκλήρωση του διαμερίσματος έχει συμβάλλει ο καλλιτέχνης Μάριος Βουτσινάς τόσο με τις διακοσμητικές προτάσεις του όσο και με διάφορα αντικείμενά του που στολίζουν σημεία του σπιτιού όπως το κρεμαστό φωτιστικό από φακούς οπτικών με τις αντίστοιχες απλίκες στην τραπεζαρία ή τα γλυπτά κηροπήγιά του στο καθιστικό.
Έργα τέχνης, έπιπλα, αντικείμενα, φωτιστικά, χαλιά και στόφες δένουν με τα δομικά υλικά και τις χρωματικές επιφάνειες τοίχων και ταβανιών με μια σκηνική διάθεση προσδίδοντας μια θεατρικότητα στους χώρους. Το σοκολατί στο καθιστικό καδράρει “παράθυρα” απ΄ όπου το μάτι ξεφεύγει σε ένα καλοκαιρινό τοπίο του Δημήτρη Μπιτζάνη ή ακολουθεί το πέταγμα της αλεπούς στο έργο μικτής τεχνικής της Λήδας Παπακωνσταντίνου που δεσπόζει με την παρουσία του εδώ. Μια άλλη λιγότερο τυχερή αλεπού εγκλωβίστηκε στο κλουβί-φωτιστικό, έργο κι αυτό της Παπακωνσταντίνου από την ίδια ενότητα, ενώ στον απέναντι τοίχο πίσω από το τελάρο στο έργο της Ασπασίας Στασινοπούλου μας κρυφοκοιτάει το ασπρόμαυρο φωτογραφικό τύπωμα ενός μυστηριώδους κυρίου με καπέλο. Το εν λόγω έργο ήταν ένα από αυτά με τα οποία η καλλιτέχνιδα εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Biennale του Sao Paulo στην Βραζιλία το 1985.
Στην τραπεζαρία μας περιμένει μια θαλασσινή έξοδος με νησιώτικα vintage έπιπλα πάνω στο γαλάζιο και με βουτιές στην “υποβρύχια” υδατογραφία της Αλεξάνδρας Ισακίδη. Η περιπέτεια καταλήγει στην ακτή όπου ανακαλύπτουμε θαλασσινούς “θησαυρούς” συγκεντρωμένους στο “καλάθι” της Σερεμέτη.
Το κεντρικό χολ σε μια πιο deco εχδοχή μας στέλνει πίσω στο χρόνο με τις αφίσες από ταινίες του Charlie Chaplin, του Fellini και από θεατρικά των Brecht-Weill πάνω σε μωβ-λιλά φόντο.
Στην κουζίνα η τερακότα μαλακώνει την ψυχρή inox επιφάνεια πάνω από τον πάγκο και ταιριάζει αρμονικά με το γκρί martelé και το ξανθό ξύλο των ντουλαπιών, δημιουργώντας το ιδανικό περιβάλλον για το ασπρόμαυρο φωτογραφικό πορτρέτο της Μαρίας Δάρα.
Τα αυθεντικά δρύινα παρκέ ψαροκόκκαλο του ’39 εναλλάσσονται με τις μοντέρνες μαρμάρινες επιφάνειες από βόλακα και πάρνωνα αναδυκνείοντας τις περίτεχνες ξύλινες μεσόπορτες ανέπαφες κι αυτές από σημερινές επεμβάσεις.
Ο Χαρίλαος Γκίκας αντιμετώπισε εύστοχα τις απαιτήσεις της καθημερινότητας του ιδιοκτήτη επιστρατεύοντας την επαγγελματική του δεξιοτεχνία ενώ ο Μάριος Βουτσινάς βρήκε γρήγορα λύσεις για μια ατμόσφαιρα που να τον αντιπροσωπεύει. Με σεβασμό και αγάπη για το παρελθόν το διαμέρισμα αυτό μοιάζει προφυλαγμένο από την ψυχρότητα της πόλης προσφέρoντας ποιότητα και joie de vivre.